Μια τοποθέτηση για τα ΕΑΑΚ και την μαχόμενη αριστερά στο φοιτητικό κίνημα

eaak

Σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο, με την επίθεση της ΕΕ, του ΔΝΤ και της κυβέρνησης να εντείνεται και να βαθαίνει, με τον αντικοινωνικό, αντιφοιτητικό νόμο Γαβρόγλου προ των πυλών, η ανάγκη ανασυγκρότησης και αντεπίθεσης είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία. Στις σχολές υπάρχουν θετικά σημάδια, αναδεικνύονται δυνατότητες (πχ οι κινητοποιήσεις του προηγούμενου μήνα), όλο και περισσότεροι φοιτητές κατανοούν την ουσία της κυβερνητικής πολιτικής και αναζητούν δρόμους αντίστασης. Σε αυτήν τη συγκυρία ο ρόλος της μαχόμενης αριστεράς θα έπρεπε να είναι καταλυτικός. Δυστυχώς, αντί για αυτό, υπήρξαν μια σειρά από επεισόδια που δείχνουν ότι κάποιες οργανώσεις βλέπουν τον «εχθρό» στον διπλανό τους και όχι στον πραγματικό αντίπαλο.

Είναι προφανές πως δεν πρόκειται για κεραυνό εν αιθρία, ούτε και περιορίζονται στον χώρο της φοιτητικής αριστεράς. Η ήττα του εργατικού κινήματος και της αριστεράς, που βιώνουμε με οδυνηρό τρόπο μετά το 2015, αλλά και η υποχώρηση του παραδοσιακά στη χώρα μας οργανωμένου και μαζικού φοιτητικού κινήματος, η έλλειψη ουσιαστικής επαφής με τα νέα τμήματα της εργατικής τάξης και της εργαζόμενης νεολαίας, επέτρεψαν την ενίσχυση εκφυλιστικών φαινομένων στο εσωτερικό της πρωτοπορίας, την ενίσχυση τελικά της επίδρασης της αστικής ιδεολογίας σε αυτήν. Η πιο ακραία εκδήλωση εκφυλιστικών φαινομένων είναι η χρήση βίας στο εσωτερικό του κινήματος, που δυστυχώς δεν είναι πρωτοφανής, πήρε όμως πρωτοφανείς διαστάσεις το τελευταίο διάστημα. Μετά τις καταδρομικές επιθέσεις ομάδων που αυτοαποκαλούνται «αντιεξουσιαστικές», την επιδρομή της ΚΝΕ στην Πολυτεχνειούπολη, τις συνεχείς συγκρούσεις μεταξύ μελών της ΑΡΑΣ και της ΑΡΙΣ στη Θεσσαλονίκη, στην άνευ προηγουμένου καταδρομική επίθεση της ΑΡΑΣ ενάντια στο συντονιστικό των ΕΑΑΚ Θεσσαλονίκης.

Είναι προφανές ότι οι πρακτικές αυτές είναι απαράδεκτες, διαλύουν κάθε προσπάθεια ανασυγκρότησης, απογοητεύουν κι αποστρατεύουν. Επαναφέρουν την τραγική εμπειρία όλων των ρευμάτων του εργατικού, λαϊκού και νεολαιίστικου κινήματος που στις περιόδους κάμψης αναδείκνυαν σε κύριο αντίπαλο τον διπλανό αγωνιστή. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι αυτά τα εκφυλιστικά φαινόμενα αποτελούν καρπό της συνειδητής προσπάθειας κάποιων οργανώσεων, που θεωρούν ότι η οργανωτική τους θωράκιση περνά μέσα από την καλλιέργεια φυσιογνωμίας «ισχύος», και μάλιστα με στοιχεία μιλιταρισμού.

Σε καμία περίπτωση αυτός ο τρόπος συγκρότησης δεν χαρακτηρίζει κατά πλειοψηφία τα ΕΑΑΚ και τη φοιτητική ριζοσπαστική αριστερά, όμως τα αποτελέσματα της συγκρότησης αυτής –αν και μειοψηφικής– δυσφημούν δυσανάλογα την μαχόμενη αριστερά, περιορίζουν την απεύθυνσή της και παράγουν εσωστρέφεια. Γι’ αυτό δεν πρέπει να υπάρχει καμιά ταλάντευση: Αυτές οι πρακτικές αλλά και όσοι τις προωθούν ή τις σχεδιάζουν δεν έχουν καμιά θέση σε σχήματα της ριζοσπαστικής, μαχόμενης αριστεράς. Οφείλουν όλοι κι όλες, χωρίς υπεκφυγές και μικροκομματικούς υπολογισμούς, να τους απομονώσουν.

Τα ίδια τα σχήματα, μέσα από τις δημοκρατικές τους διαδικασίες, οφείλουν να πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση της φυσιογνωμίας τους, του βαθέματος της πολιτικοποίησης και της ανασυγκρότησής τους. Μια τέτοια προσπάθεια απαιτεί πρωταρχικά την επαναχάραξη της πολιτικής γραμμής της μαχητικής αριστερής τάσης του φοιτητικού κινήματος που θα θέτει στην προμετωπίδα της τα μεγάλα προβλήματα, τις ανάγκες  των φοιτητών και της νεολαίας, την αστική αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης, την ανεργία, τη νεανική μετανάστευση.

Η κίνηση αυτή δεν σημαίνει εσωστρέφεια –ίσα ίσα. Υπάρχουν σήμερα δυνατότητες πάνω σε αυτή τη βάση, και με ηγεμονία της ριζοσπαστικής αριστεράς, να προχωρήσουν πλατιές, ενωτικές μετωπικές διαδικασίες, τα σπέρματα των οποίων έχουν ήδη ξεκινήσει σε κάποιες σχολές: η αναγέννηση πλατιών ενωτικών σχημάτων, η διεύρυνσή τους με το σύνολο των δυνάμεων αντικαπιταλιστικής, αντιΕΕ, ριζοσπαστικής αναφοράς -είτε τις προϋπάρχουσες, είτε αυτές που αναδείχθηκαν μετά το 2015.

Μια τέτοια κατεύθυνση προϋποθέτει ταυτόχρονα την υπέρβαση της σημερινής κρίσης της ριζοσπαστικής αριστεράς του φοιτητικού κινήματος. Προϋποθέτει ότι η συζήτηση στο εσωτερικό της δεν θα γίνεται με ρετσέτες και πλαστούς διχασμούς σε «οπορτουνιστές»-«σεχταριστές», φορείς «επαναστατικής καθαρότητας» ή φορείς «ενωτικής αποκλειστικότητας». Η διαπάλη των ιδεών και η προσπάθεια κατάκτησης της πολιτικής ηγεμονίας είναι όχι μόνο θεμιτές αλλά και αναγκαίες, όταν γίνονται στο έδαφος του κινήματος, της ανοιχτής συζήτησης για τις αντιφάσεις που παράγονται μέσα στο μαζικό κίνημα. Σε κάθε άλλη περίπτωση οδηγούν σε διασπάσεις και στο τέλος οι «κομματικές καθαρότητες» απολαμβάνουν την ηγεμονία τους μόνο που δεν έχουν πια κανέναν να ηγεμονεύσουν, γιατί έχουν μείνει μόνοι.

Στο ελληνικό Πανεπιστήμιο, δεκαετίες τώρα υπάρχει μια παραφωνία που επέτρεψε όχι μόνο στην μαχόμενη αριστερά του φοιτητικού κινήματος αλλά και στην μαχόμενη αριστερά συνολικά να κρατηθεί όρθια στη θύελλα. Με τα προβλήματα, τα πισωγυρίσματα και τις αντιφάσεις τους, τα σχήματα των ΕΑΑΚ ήταν και είναι το πιο ελπιδοφόρο εγχείρημα στο χώρο της φοιτητικής αριστεράς –και μπορεί να παραμείνει, με πίστη στο ρόλο των σχημάτων και των ανοιχτών διαδικασιών, χωρίς να αντιμετωπίζεται ως «παράταξη» καμιάς οργανωμένης δύναμης.

Αυτήν τη στιγμή, όμως, οι οργανωμένες δυνάμεις της αριστεράς που δρουν στα ΕΑΑΚ επωμίζονται τεράστια ευθύνη για το αν αυτή η συγκυρία θα αποτελέσει ευκαιρία για την αναγκαία υπέρβαση ή θα οδηγήσει σε μια στρατηγική ήττα, την ευθύνη αλλά και τις συνέπειες της οποίας κανείς δεν θα αποφύγει. Η ΕΠΠΔ με τις δυνάμεις της θα προσπαθήσουμε να συμβάλουμε στη διαδικασία της υπέρβασης.

Leave a comment